Οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοιτα φορολογικά υποζύγια στην Ελλάδα..ΠΛΗΤΤΟΝΤΑΙ ΠΕΡΙΣΣΟΤΤΕΡΟ ΑΠΟ ΤΗΝ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗ ΛΑΙΛΑΙΠΑ




ΕΡΕΥΝΑ ΤΗΣ EUROBANK

Από μισθωτές υπηρεσίες και συντάξεις προέρχεται η μεγάλη πλειοψηφία του φορολογητέου εισοδήματος των φυσικών προσώπων στην Ελλάδα (σχεδόν το 70% το 2023), με την επιχειρηματική δραστηριότητα –σε μεγάλη απόσταση– να έχει τη δεύτερη μεγαλύτερη συνεισφορά (9%).

Συνολικά, για κάθε 5 ευρώ εισοδήματος που δηλώνουν τα φυσικά πρόσωπα, τα 4 από αυτά υπάγονται στην κλίμακα φορολογίας εισοδήματος των μισθωτών, η οποία είναι έντονα προοδευτική: καθώς τα εισοδήματα των φορολογούμενων αυξάνονται και υπερβαίνουν ορισμένα κατώφλια, φορολογούνται με ολοένα υψηλότερους συντελεστές, όπως κατέγραψε η Μονάδα Οικονομικής Ανάλυσης και Έρευνας της Eurobank στη μελέτη με τίτλο «Πληθωρισμός και Φορολογική Επιβάρυνση των Νοικοκυριών». Συγγραφείς της μελέτης είναι οι Δρ. Τάσος Αναστασάτος, Επικεφαλής Οικονομολόγος, Δρ. Θεόδωρος Ράπανος, Ερευνητής Οικονομολόγος και Δρ. Θεόδωρος Σταματίου, Ανώτερος Οικονομολόγος.

Ολίσθηση κλιμακίου

Μία παρενέργεια των προοδευτικών συστημάτων είναι η λεγόμενη «ολίσθηση κλιμακίου», δηλαδή η αυτόματη αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης των νοικοκυριών, εντονότερη σε περιόδους υψηλού πληθωρισμού στο βαθμό στον οποίο η φορολογική κλίμακα δεν τιμαριθμοποιείται: Τυχόν αυξήσεις στα ονομαστικά εισοδήματα που μπορεί απλώς να αντισταθμίζουν μέρος της απώλειας της αγοραστικής τους δύναμης λόγω της αύξησης του επιπέδου των τιμών, ενδέχεται να οδηγήσουν τους φορολογούμενους σε υψηλότερα φορολογικά κλιμάκια αυξάνοντας δυσανάλογα το φόρο που πληρώνουν, ακόμα και αν το πραγματικό τους εισόδημα έχει μειωθεί.

Ακόμα και νοικοκυριά με αμετάβλητες ονομαστικές αποδοχές επηρεάζονται από την ολίσθηση κλιμακίου, καθώς η αγοραστική τους δύναμη μειώνεται, αλλά ο φόρος που τους καταλογίζεται παραμένει ο ίδιος. Συνεπώς, η μη τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας αποτελεί μια μορφή πληθωριστικού φόρου, η οποία ενισχύει τα φορολογικά έσοδα του Κράτους ενώ παράλληλα μειώνει τη συνολική ζήτηση, συγκρατώντας τις πληθωριστικές πιέσεις.

Ανάλυση της Eurobank

Χρησιμοποιώντας στοιχεία της ΑΑΔΕ, η Eurobank υπολογίζει στην έκθεσή της ότι η φορολογική επιβάρυνση των εισοδημάτων από μισθωτές υπηρεσίες, συντάξεις και επιχειρηματική δραστηριότητα, δηλαδή ο αναλογών φόρος ως ποσοστό των αντίστοιχων φορολογούμενων εισοδημάτων, αυξήθηκε από το 9,9% το 2021 στο 11,1% το 2023.



Η Eurobank στην παρούσα έκθεση, τα ευρήματά της δείχνουν ότι η επίπτωση της μη τιμαριθμοποίησης της φορολογικής κλίμακας διαφοροποιείται σημαντικά ανάλογα με την πηγή προέλευσης των εισοδημάτων: σε αυτήν οφείλεται σχεδόν η μισή (47%) αύξηση του αναλογούντος φόρου στα εισοδήματα από μισθωτή εργασία και συντάξεις μεταξύ 2021 και 2023, αλλά μόλις το 16% της αύξησης του φόρου στα εισοδήματα από επιχειρηματική δραστηριότητα.

Ποιοι πλήττονται

Αναφορικά με το τρίτο ζήτημα, τις αναδιανεμητικές επιδράσεις, διαπιστώνεται ότι η μη τιμαριθμοποίηση της κλίμακας πλήττει αναλογικά εντονότερα τα μεσαία και ανώτερα μεσαία στρώματα των μισθωτών. Πιο συγκεκριμένα, ο μέσος φόρος των εισοδημάτων από μισθούς όσων βρίσκονται μεταξύ του 40% και του 70% στη σχετική εισοδηματική κατανομή θα ήταν μειωμένος από 19% έως 32% αν η κλίμακα είχε τιμαριθμοποιηθεί πλήρως και από 11% έως 22% αν είχε τιμαριθμοποιηθεί μερικώς βάσει του πορτογαλικού παραδείγματος. Για τα χαμηλότερα στρώματα δεν θα υπήρχε κάποιο όφελος από την τιμαριθμοποίηση, ούτε καν την πλήρη, αφού ούτως ή άλλως πληρώνουν μηδενικό φόρο, ενώ για τα υψηλότερα το όφελος θα ήταν μικρότερο από 12%.


Για να απαντήσουμε το τέταρτο ζήτημα, συγκρίνουμε τη φορολογική επιβάρυνση των μισθωτών στην Ελλάδα με την αντίστοιχη στις άλλες χώρες του ευρωπαϊκού Νότου. Για έναν άγαμο μισθωτό, η Ελλάδα βρίσκεται στο διάμεσο των εν λόγω χωρών, με το ποσοστό του μισθού (μετά την καταβολή των υποχρεωτικών ασφαλιστικών και συνταξιοδοτικών εισφορών) που κατευθύνεται σε φόρους να βρίσκεται στο 14,1% για τον μέσο και στο 11,0% τον διάμεσο μισθωτό.

Η σχετική θέση της Ελλάδας επιδεινώνεται στην περίπτωση ενός έγγαμου ζευγαριού μισθωτών με δύο παιδιά, καθώς οι σχετικές παροχές και εκπτώσεις είναι μικρότερες συγκριτικά με τις άλλες χώρες. Αν, δε, λάβουμε υπόψη και τις υποχρεωτικές ασφαλιστικές και συνταξιοδοτικές εισφορές, η συνολική επιβάρυνση του ζευγαριού με δύο παιδιά είναι η υψηλότερη μεταξύ των υπό εξέταση χωρών.

Όσον αφορά τα χαρακτηριστικά της φορολογικής κλίμακας, το αφορολόγητο όριο στην Ελλάδα είναι σε ενδιάμεσα επίπεδα (στο 62% του διάμεσου μισθού για έναν φορολογούμενο με δύο παιδιά). Αντιθέτως, το όριο εφαρμογής του ανώτατου φορολογικού συντελεστή είναι το χαμηλότερο μεταξύ όλων των εν λόγω χωρών, μόλις στο 225% του διάμεσου μισθού ενώ στις άλλες χώρες βρίσκεται μεταξύ του 248% και του 1.093% του διάμεσου μισθού).

Με στοιχεία από τον ot.gr

Ακολουθήστε το newplanet09.gr στο Google News και στο instagram για να ενημερώνεστε για όλα τα τελευταία άρθρα μας.


Δεν υπάρχουν σχόλια

Εικόνες θέματος από enot-poloskun. Από το Blogger.